3.9.09

Το τραγούδι της Σόλβεϊγ

Άφησέ με νά ΄ρθω μαζί σου,
εκλιπαρεί ο ποιητής
Κι εκείνη φεύγει χωρίς αυτόν
Και γι΄ αυτό φεύγει
Για να φύγει χωρίς αυτόν.

Θα πάω λέει μακριά.
Σε μια άσπρη χώρα.
Σε μια άμμο χώρα.
Σε ένα άσπρο σπίτι.
Με μια ζεστή φωτιά να καίει την νύχτα.
Σπινθηρίσματα για ακοές και το φύσημα
του ανέμου του λίβα το ξέσπασμα. Θα πάω
Σε μια απέραντη έκταση νύχτας
Από χιόνι ή άμμο. Μόνη
Στο άσπρο της χώρας
Που θα την ονομάσω Αλάσκα
αλλά θα την πω και Μαρόκο. Εκεί
ανάμεσα ουρανού και άσπρου
θα ατενίζω μόνο το λευκό.
Κι όταν δω μια μαύρη κηλίδα
Μακριά.
Εκεί που το παιχνίδι της χώρας του ματιού ορίζεται
και ξεχωρίζει το άσπρο χώρας γης
απ΄ το γαλαζωπό της χώρας ουρανού
κι ύστερα πάλι από το βαθύ το μπλε της νύχτας.
Όταν θα δω εκεί μακριά μαύρη κηλίδα στον ορίζοντα
παράφωνη ν΄ ακούγεται σαν γρέζι του λαιμού που ηχεί
στο μέλι της φωνής. Να πω
Άνδρας πως έρχεται μπορεί αυτός.
Να προετοιμαστώ να τον δεχτώ.
Στο χνότο του μη ξαφνιαστώ.
Ακόμη κι αν κρατάει μαχαίρι
λουλούδι θα μοιάζει πορφυρό
στην λευκή όψη του κόσμου.

Άφησέ με νά ΄ρθω μαζί σου, μου είπες.
Κι από πάνω το φεγγάρι επέμενε
πανσέληνα αδιάφορο
ότι όποιος θέλει νά ΄ρθει μαζί σου
Να διανύσει οφείλει το λευκό
μαύρη κηλίδα στον ορίζοντα πρώτα αφού γίνει

Ότι αυτός
σημάδι μόνο είναι της ζωής
που αντιπαρέρχεται τον θάνατο.

Στην χώρα που ονόμασα Αλάσκα
αλλά την είπα και Μαρόκο
στιλπνός αέρας κοκκινίζει το δέρμα μου
Αγριεύει η ψυχή μου
Ζώο που τήκεται στον ήλιο σέλας της νυκτός.