31.12.11

Γυμνή


Στο χρόνο, γένους αρσενικού.
Σ΄ αυτόν που φεύγει
σημαδεμένος από την απουσία της παρουσίας σου.
Στο παγκάκι εκείνης της νύχτας,
που δεν ξημέρωσε ποτέ.
Στον «ιδιωτικό μου γκρεμό»,
φορτωμένο με σκέψεις και φωνές.
Στις ώρες που μένουν
και επιμένουν ανεκμετάλλευτες.
Σε εσένα που μόνο είπες, κάποτε.
Μπ.

Ίσως να φαίνεται
ότι γράφω για κάτι το εντελώς διαφορετικό
αλλά γράφω πάντοτε για το ίδιο γεγονός:
την αποσύνθεση του ονείρου.
Αυτά τα μικρά αγάλματα στο τζάκι-
Όπως συνεχώς καταστρέφονται από τον χρόνο.
Το πρόσωπό μου στον καθρέφτη
όπως έχει διαχωριστεί
στο δικό σου προσωπείο
και το δικό μου.

Αυτό είναι το τέλος του δρόμου
είχες κάποτε πει. Θα έλεγα ότι
αυτή είναι η άκρη
του ιδιωτικού μας γκρεμού.
Πάρε το προσωπείο μου.
Προτιμώ τα σκοτεινά τοπία.
Τα μαύρα πάρκα.
Σκόπευσα ποτέ στο φως;
Αυτή την αστραφτερή φωτογραφία.
Πάρε την από δω.
Δεν έχει σχέση μ΄ εμάς.
Όπως η απουσία κυριαρχεί.
Η παράλογη εκδοχή της ιστορίας.

Μην προσπαθείς να μ΄ εξημερώσεις
ή να μου προσφέρεις τη θηλυκή μου μορφή.
Ανήκω αλλού.
Οι απολαύσεις μου
είναι αυτές του νου.

Εκτός τόπου και χρόνου.

22.12.11

Ασανσέρ


Έτσι οι άνθρωποι παραπονιούνται περιμένοντας το λεωφορείο, «μόνο το δικό μου δεν περνάει», περνούν λοιπόν τη ζωή τους περιμένοντας να περάσει το δικό τους, όμως κανενός «δικό» δεν περνάει γιατί περνάει πάντα των άλλων κι έτσι εγώ, φίλοι μου, ή θα πάρω το επόμενο ή θα πάω σπίτι με τα πόδια.

11.12.11

Ευθύνη


Ίσως να ευθύνεται η παραζάλη της ψυχής μου,
αλλά η συντομία των ονείρων,
όσο κι αν κούρνιασε,
δεν φυλακίστηκε σε κανένα χάδι,
μόνο σε κάθε αναίμακτο και βιαστικό φιλί
κρέμασε τη γύμνια της
με μιά ηδονή σαρκαστική.

2.12.11

Οι μέρες που ζούμε


Ο έρωτας είναι περίεργο πράγμα
τώρα που η πόλη καίγεται
κι οι νύχτες μοιάζουν με λαμπάδες
αν κάτι με κρατά απ' το να σ' αγαπήσω
είναι που δεν τολμά να βάλει τέλος
ο χειμώνας
από έγνοια μην τερματίσει την ελπίδα
στα χείλη
που 'χουν μείνει δίχως φιλί
κι αυτή η πόλη τρομαγμένη κι ανέραστη
περιμένει στην άκρη μιας άλλης πόλης

εχτές το μετρό
κουβαλούσε εμάς
απεργούς, διαδηλωτές, αργόσχολους κι αυτούς
που έτυχε να είναι εκεί
εγώ ένας από αυτούς
αυτή την ώρα τη μεσημεριανή
που δεν έλεγε η βροχή να κοπάσει
εχτές στο μετρό
πρόσεξα για πρώτη φορά
δίπλα στο διπλό τζάμι
γερμανικής κατασκευής
τον απηνιδωτή
μπορεί και να μου τον έδειξε κάποιος
μια κάποια άλλη φορά
μα χτες το βλέμμα μου σκόνταψε πάνω του
και σκάλωσε

σε περίπτωση ανάγκης σκέφτηκα
τι μάταιο να προβλέπεις
αυτό που ήδη ξέρεις
πονάμε περισσότερο γι' αυτά που θα ζήσουμε
αυτή η ανέραστη πόλη
δεν έχει ανάστημα
μόνο κραδαίνει τις πατερίτσες
πάνω από τα κεφάλια μας
σαν θεός τιμωρός
μην τύχει κι ερωτευτούμε
μην τύχει κι ελπίσουμε σε κάτι

και κάτι μέσα μου
σκιρτά
οι αισιόδοξοι θα πουν
ο πρώτος χτύπος
οι λιγότερο αισιόδοξοι
θα το ονομάσουν αναλαμπή
όπως η φωτιά που ορθώνεται λίγο πριν κάψει
και το τελευταίο οχυρό
μετά θα σβήσει

η στάχτη δεν καίγεται