Θα φτιάξω την εικόνα σου μ΄ άγνωστο φως ακόμα
φθινόπωρ΄ ολοκίτρινο –λιποθυμιά στη φύση
μια ζουγραφιά σου ανάγλυφη με τελευταίο χρώμα
και… τάχα με μια δύση.
Και … νάρχονται τα σύννεφα μουγκά, παραμυθένια
με σχήματα ανεξήγητα καθώς απ΄ άλλου κόσμου
καθώς κι εμέ τα μάτια μου θα λιώνουνε κερένια
από μια θλίψη εντός μου…
Φθινόπωρο νοσταλγικό, με καταχνιές και ρίγη
θα στρώσω τα τοπία σου. Στο σπαραγμό του απείρου
μια πινελιά παράφρονη τον δρόμο πώχει φύγει,
το Φως κάποιου μου ονείρου.
Και κάπου σε μιαν άκρη σου μ΄ αιώνια σημασία,
απάνω από την Άβυσσο της Λήθης κρεμασμένο
Χαλκίδα με νεκρές μπογιές, πληγή και φαντασία
το κάδρο σου βαμμένο.
Και τάχα εγώ υπνοβάτισσα, νύχτες χωρίς αστέρια
στα στοιχειωμένα πάρκα σου Σκιά θα τριγυρίζω
τους σπόρους των ονείρων μου με πεθαμένα χέρια
ά-νανθους να θερίζω.
Louise Glück, Οἱ Μάγοι
Πριν από 1 ημέρα