28.10.09

Ένα φιλί μέσα από τα σίδερα


Ήμουνα πια σίγουρη πως θα ΄ρχότανε κείνο το βράδυ, μα δεν είπα τίποτα. Κι εκείνος ήτανε σίγουρος πως θα ΄ρχότανε, μα όχι πριν τη Δευτέρα. Και κοιμηθήκαμε. Ακόμα και κείνη τη νύχτα κοιμηθήκαμε. Στον ύπνο μου άκουσα κλειδιά. Ήτανε ακόμα στην αυλή, μα άκουσα το βρόντημα των κλειδιών. Τινάχτηκα πάνω και φώναξα το Νίκο. Είχε ακούσει και κείνος. «Ε, ναι, έρχονται» μου αποκρίθηκε. Τους είδα. Ανοίξανε όλα τα κελιά εκτός από το δικό μου. Ο Νίκος ζήτησε να με δει. Δεν μου ανοίξανε. Μας αφήσανε το παραθυράκι με τα σίδερα για να αποχαιρετιστούμε. Είδα το αίμα να χάνεται από το πρόσωπό του όταν κοιταχτήκαμε και ξέραμε πως δεν υπήρχε για μας άλλη μέρα … Ο Νίκος έγειρε κοντά μου. «Πρέπει να ζήσεις, μου ΄πε, πρέπει» … Μου ΄δωσε το ρολόι, το στυλό, το πορτοφόλι με τις φωτογραφίες. «Πάμε» είπε ο επικεφαλής. Ένα φιλί μέσα από τα σίδερα…