Στα χείλη μου κάθισαν απαλά οι χθεσινοί ψίθυροι της κάμαρας.
Φεύγοντας άφησαν μόνο κάποια επίγευση αλμύρας.
Η πόρτα έμεινε ανοικτή να περιμένει την επιστροφή τους
Μα εκείνοι χαθήκαν μέσα στα γέλια των κοριτσιών που παίζαν έξω.
Έμεινα μόνη με το πάτωμα να τρίζει.
Η αντήχησή τους έρχεται κάθε νύχτα
και κεντά τις σκιές των ονείρων μου.
Μόλις όμως οι πρωινές αχτίδες φωτίσουν την κάμαρα
ξηλώνουν όλο το βραδινό τους έργο
σαν αποτυχία κάποιας βραδιάς που γκρεμίστηκε
από των αυτάρεσκων ποιημάτων τις άκρες.
Louise Glück, Οἱ Μάγοι
Πριν από 1 ημέρα