3.2.10

Ένας μικρός πολεμιστής


Μόλις σκοντάψει ένα παιδί
στη σκάλα των αγγέλων
και δει από κάτω
στα χίλια χρόνια μια φορά
το παραμύθι
ξεφεύγει από το μύθο του.

Τα χερουβείμ τότε στα γρήγορα
γυμνώνουν την αλήθεια
με το ραβδί του χάους
χτυπούν τον αθωράκιστο
μετανιωμένο μάγο
κι όλα ξεγίνονται, ξεχύνονται
απ’ του παραμυθιού τα σπλάχνα
οι λεπτομέρειες περίοπτες.

Οι προβολείς ξανά
στης Μαίριλιν τα στήθη
διάφανη η θλίψη η αγάπη διάφανη
φωτίζουν μιαν αιμάτινη καρδιά
και τριάντα αντάρτικα φιλιά
στο στόμα της Χιονάτης
πριν το φαρμακωμένο μήλο
βάφουν τριαντάφυλλο άλικο
στον κρόταφο του ποιητή
όλα μαζί πώς στροβιλίζονται
περίστροφο βαλσάκι
ενός αυλού που σέρνει στον γκρεμό
ποντίκια και παιδιά.

Ποιοι χάνονται
ποιοι κρύβονται στο κόκκινο σκουφάκι
του τρομαγμένου λύκου
ποιοι πιάνονται ανύποπτοι
στου πειρατή το γάντζο
ποιους η μικρή νεράιδα ξεγελάει
με ψέματα γοργόφτερα
στη μύτη του Πινόκιο
ποιοι λιώσαν σα μολύβι με τη χρυσή καρδιά
του ευτυχισμένου πρίγκηπα
και το νεκρό του φίλο χελιδόνι.

Τ’ αριστερό γοβάκι της όμορφης
στη λάσπη πατημένο
κι η παγερή χλαμύδα της Μέδουσας
αφόρετη σαπίζει στον πάτο του βυθού
κι ο θάνατος που πέτρωσε
στη φτέρνα του Αχιλλέα.

Αφύλακτα τα μάτια του παιδιού
με ηδονή βυθίζονται στο Νικημένο
ως να κερδίσει το δικό του πόλεμο
ενάντια στο παραμύθι
την πρώτη ασήμαντη
δική του πύρρεια νίκη
Μεγαλώνοντας.