31.7.12

ex ομολογούμενο



Βασίλι Καντίνσκι. Νύχτα. 1907.

Νύχτωσε
και τους είπα τους ανόητους!
Αφού μου επιβάλατε τη νύχτα για τον πόνο
αφήστε μου τουλάχιστον
τη μέρα να προσποιούμαι
τη χαρούμενη. 

24.6.12

Άτιτλο του έρωτος


Βίνσεντ βαν Γκογκ. Το κίτρινο σπίτι.  
(Το σπίτι του Βίνσεντ στην Αρλ). 1888.

Των ορέων μορφές 
γέννες της πέτρας 
το είδος μου. 

Στο σπίτι μας όλοι 
διαφωνούσαν με τα ρολόγια 
ασπρίσαμε το σπίτι. 

Ανέβαιναν όλο 
ανέβαιναν οι πεθαμένοι 
και έσπρωχναν προς τα πάνω
άνθιζε όλες τις εποχές ο κήπος μας 
εκεί, τα θάβαμε όλα. 

Σαν να παίζαμε με καθρεφτάκια 
επιθετικά μου επέστρεψες 
όλο το φως μου. 
Με τύφλωσες κακέ
σου φώναξα και δεν σε ξαναείδα πια. 

Aποχαιρετιστήκαμε 
πριν το ταξίδι σου 
σαν να 'χα και 'γω 
κάπου να πάω.

10.6.12

Εκτός κιβωτού


Δωμάτιο με θέα. © Στη Μπάντα. 2010.

Εκείνες τις μέρες που τα νερά ανέβαιναν,
τα μωρά έκλαιγαν
αλλά κανείς δεν έσκυβε πάνω από το κεφάλι τους,
τα αγόρια δεν κοιτούσαν τα κορίτσια,
τα κορίτσια δεν φιλούσαν τους καθρέφτες,
οι γέροι δεν ζήλευαν τους νέους,
οι νέοι μισούσαν τα νιάτα τους,
τα ζώα έφευγαν κοπάδια-κοπάδια για τα βουνά,
τα σπίτια κρατούσαν τις ανάσες τους,
τα δέντρα αποφάσισαν να γίνουν φύκια.

Εσύ μου είπες: "το ξέρεις πως πάντα σ΄ αγαπούσα".
Εγώ δεν είπα τίποτα γιατί ήδη πνιγόμουν.
Οι οθόνες μάς τραγούδησαν για τελευταία φορά, καληνύχτα.

Ο Θεός κοίταξε το έργο του κι έμεινε ευχαριστημένος.

16.5.12

Και στάθηκα μπροστά


Βίνσεντ βαν Γκογκ. Αυτοπροσωπογραφία (λεπτομέρεια). 1887.

Και στάθηκα μπροστά σε δυο μάτια με δίχως ταίρια,
ωραία σαν λωτολούλουδα, μάτια νοσταλγικά,
που μου μηνούσαν την αυγή, μα ωιμένα ήταν αστέρια
που μου είχαν ρίξει λίγο φως κι αυτό διαβατικά.

9.5.12

Καληνύχτα στ' όνειρό μου

Πωλ Σεζάν. Οι λουόμενες. 1890.

Καληνύχτα στ' όνειρό μου 
Καλημέρα στ' όνειρό μου 
Ήρθες στα άσπρα 
και φεύγεις στα μαύρα 
Οι κουρούνες 
μαυρίσαν τον ουρανό. 
Ο ήλιος δεν είχε καμία διάθεση 
να εμφανιστεί. 
Πώς ν' αστράψει ως βασιλιάς; 

Κατέβηκα να κάνω ένα τσιγάρο 
με τον Άδη 
να πιούμε ένα κρασί 
στην υγειά του ήλιου. 
Αρνησικυρία του σκότους. 
Όταν ανέβηκα απάνω 
ήσαν όλα πλυμένα. 
Ο ήλιος έσκαγε χαμόγελα
κι εγώ πήγα να χορέψω ένα rondo 
στον πίνακα του Σεζάν.

26.4.12

Ωμό κρέας

Hardcore Hobbies. Heart tatoos.

Κι αν μπορούσες να δεις την καρδιά μου τώρα
θα την έβρισκες μόνο κάτω από τον τύπο 
της πονεμένης ερώτησης ωμό κρέας.

21.4.12

Liberty


Απόψε μην ξεχάσεις ν΄ απλώσεις το κόκκινο πανί.
Πού ξέρεις; Μπορεί να ξαπλώσει κάποιο αστέρι.
Μπ.

Όρθια, στην αποβάθρα 
σήκωσα το χέρι μου 
γνέφοντας ασυναίσθητα 
στο άπειρο. 

 Μέσα μου νοερά 
αποχαιρετούσα 
 όλα τα ποιήματα 
 που ξέφυγαν από μένα.

19.4.12

Τα πάθη της βροχής


Παιχνίδι της βροχής με το χέρι μου. Commercial Photography. © independentonly

Εν μέσω λογισμών και παραλογισμών
άρχισε κι η βροχή να λιώνει τα μεσάνυχτα
μ’ αυτόν τον πάντα νικημένο ήχο
σι, σι, σι.
Ήχος συρτός, συλλογιστός, συνέρημος,
ήχος κανονικός, κανονικής βροχής.

Όμως ο παραλογισμός
άλλη γραφή κι άλλην ανάγνωση
μού ’μαθε για τους ήχους.
Κι όλη τη νύχτα ακούω και διαβάζω τη βροχή,
σίγμα πλάι σε γιώτα, γιώτα κοντά στο σίγμα,
κρυστάλλινα ψηφία που τσουγκρίζουν
και μουρμουρίζουν ένα εσύ, εσύ, εσύ.

Και κάθε σταγόνα κι ένα εσύ,
όλη τη νύχτα
ο ίδιος παρεξηγημένος ήχος,
αξημέρωτος ήχος,
αξημέρωτη ανάγκη εσύ,
βραδύγλωσση βροχή,
σαν πρόθεση ναυαγισμένη
κάτι μακρύ να διηγηθεί
και λέει μόνο εσύ, εσύ, εσύ,
νοσταλγία δισύλλαβη,
ένταση μονολεκτική,
το ένα εσύ σαν μνήμη,
το άλλο σαν μομφή
και σαν μοιρολατρία,
τόση βροχή για μια απουσία,
τόση αγρύπνια για μια λέξη,
πολύ με ζάλισε απόψε η βροχή
μ’ αυτή της τη μεροληψία
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
σαν όλα τ’ άλλα νά’ ναι αμελητέα
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ.